Οι φίλοι που χάθηκαν αλλά και οι φίλοι που έγιναν οικογένεια
Συμβαίνει καμιά φορά, ενώ διηγείσαι μια αστεία ιστορία απ’ το παρελθόν σου, να σταματάς, η διήγηση να σκοντάφτει και το μυαλό σου να κολλάει σε ένα όνομα. Το είπες με περίσσια φυσικότητα, γιατί στον χωροχρόνο της ιστορίας σου αυτό το πρόσωπο ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σου, όμως η συνειδητοποίηση σε χτυπά σαν κεραυνός: έχεις χρόνια να την δεις τη Μαρία.
Κι απ’ την άλλη μεριά υπάρχουν στη ζωή σου δυο, τρεις άνθρωποι των οποίων η ύπαρξη θαρρείς και ταυτίζεται με την απαρχή του κόσμου. Είναι εκεί από πάντα ή, ακόμη κι αν δεν ήταν, εσύ αυτή την εντύπωση έχεις.
Μεγαλώνουμε, παίρνουμε μεγαλύτερα αυτοκίνητα και σπίτια για να χωράνε τα παιδιά και τις ανάγκες μας, αλλάζουμε δουλειές, αλλάζουμε ζωή και κάποιοι άνθρωποι σταματούν να πρωταγωνιστούν στο καινούριο μας σκηνικό. Κάποιοι φίλοι φεύγουν, κάποιοι εξαφανίζονται, κάποιοι γίνονται «σκλάβοι» της σχέσης τους, κάποιοι μας βαριούνται και σταματούν να σηκώνουν τα τηλέφωνα και κάποιοι –λίγοι, πολύ λίγοι- μένουν και προάγονται σε αδέρφια.
Οι φίλοι που χάθηκαν
Είναι αυτοί που συναντάς καμιά φορά στον δρόμο, τους αγκαλιάζεις με όλη σου την εγκαρδιότητα, νιώθεις το πιο ειλικρινές αίσθημα χαράς να σε γαργαλάει και λες με κάθε καλή πρόθεση «Λοιπόν, να κανονίσουμε οπωσδήποτε καφέ!». Και κανείς, ποτέ δεν παίρνει τηλέφωνο.
Είναι εκείνοι που κάποτε έκανες τις καλύτερες διακοπές της ζωής σου, που μοιραστήκατε λεφτά, φαγητά, δωμάτια, εμπειρίες, μυστικά, που μεθύσατε σε πάρτι, χορέψατε σε συναυλίες -υπήρξατε Φίλιππος και Ναθαναήλ μια περίοδο (το άλλο, με το εσώρουχο και τα οπίσθια δεν κάνει να το γράψουμε) .
Είναι φίλοι που κάποτε δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε τη ζωή μας χωρίς αυτούς και τώρα δεν είμαστε σίγουροι για το σε ποιο μέρος του κόσμου βρίσκονται.
Είναι ο φίλος που άρχισες να βλέπεις όλο και πιο σπάνια. Στην αρχή δεν μπορούσες, «έτρεχες όλη μέρα», είχε «πάρα πολλή δουλειά», θα τα λέγατε το επόμενο Σαββατοκύριακο, θα κανονίζατε οπωσδήποτε μέσα στις διακοπές. Και μετά, τα διαστήματα απουσίας έγιναν πιο μεγάλα και ολοένα μεγάλωναν μέχρι που, τελικά, στην καθημερινότητά σας έμειναν μόνο οι αναμνήσεις της φιλίας σας.
Είναι οι φίλοι που αγαπήσαμε, αλλά η ζωή, οι επιλογές του ενός ή του αλλού, οι διαφορετικές ανάγκες μας χώρισαν. Είναι οι φίλοι-ίχνη του παρελθόντος μας –το αγαπάμε, το πονάμε, αλλά το χτες είναι χτες.
Οι φίλοι που έγιναν οικογένεια
Και υπάρχουν και οι άλλοι φίλοι. Αυτοί που ό,τι κι αν έγινε, όσες ντουζίνες παιδιά, σχέσεις, προβλήματα ή χιλιόμετρα κι αν μπήκαν ανάμεσά μας δεν κατάφεραν να αλλοιώσουν ούτε στο ελάχιστο την ποιότητα της σχέσης μας.
Είναι αυτοί οι φίλοι που φωνάζουν τους γονείς σου με το μικρό τους όνομα, που ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά το σόι σου, που θυμούνται πότε και πώς έκανες την εγχείρηση για τα κρεατάκια (και πού ήταν εκεί όταν την έκανες κι ας ήταν ρουτίνας), που έχουν μια θέση πάντα στο τραπέζι σου ή στον καναπέ σου.
Είναι οι φίλοι εκείνοι που λογίζονται ως αδέρφια, γιατί τίποτα δεν κατάφερε να μας απομακρύνει. Που μας βρίζουν κατάμουτρα όταν χρειάζεται, ανέχονται τα νεύρα μας, μας συγχωρούν την αγένεια, την περιστασιακή εξαφάνισή μας και τις κατά καιρούς ηλίθιες επιλογές μας. Είναι αδέρφια, γιατί, κατά καιρούς, θέλουμε να τους σκοτώσουμε με γυμνές γροθιές και, άλλες στιγμές, η αγάπη μας γι΄ αυτούς μας πνίγει.
Είναι τα φιλαράκια μας που άντεξαν την έλλειψη διαθεσιμότητάς μας –που έκαναν υπομονή όταν δουλεύαμε απ’ το πρωί ως το βράδυ, όταν γνωρίσαμε τον μεγάλο έρωτα και δεν χωρούσαν με τίποτα στο πρόγραμμά μας, όταν τα παιδιά έγιναν νούμερο ένα προτεραιότητα.
Είναι αυτοί που ακόμη κι αν μένουν στη Μελβούρνη, είναι δίπλα μας.
Αυτοί που, το ξέρεις –το ήξερες από πάντα, δεν θα σταματήσουν ποτέ να σε ενοχλούν με τηλεφωνήματα στις 2 η ώρα το ξημέρωμα, να σε κάνουν να γελάς, να κλαίνε στον ώμο σου, να κλαις στον δικό τους, να σ’ αγαπούν σαν μαμά και εραστή και αδερφή και παιδί. Και τούμπαλιν.