Ο άνθρωπος που είναι τσιγκούνης στην τσέπη, είναι και στην ψυχή..
Η πρώτη εντύπωση, που σου δίνει κάποιος τελικά, πολλές φορές είναι και η πραγματική εικόνα του άλλου. Είσαι τσιγκούνης. Το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή που με έβαλες να πληρώσω τον καφέ που ήπιαμε. Σε κείνο το πρώτο μας ραντεβού. Θυμάσαι; Το έβλεπα.
Μου το επιβεβαίωνες συνέχεια, το πόσο σφιχτός ήσουν με τα χρήματα, αλλά εγώ έκανα πως δεν το καταλάβαινα. Ή για να πω την αλήθεια, δεν ήθελα να πιστέψω το πόσο τσιγκούνης ήσουν.
Τι περίμενα για να το συνειδητοποιήσω; Έλεγα δε μπορεί, είναι έτσι επειδή δε με εμπιστεύεται ίσως ακόμα, γιατί νομίζει ότι θα τον αφήσω κι εγώ όπως έκαναν και οι πρώην του. Αν μείνουμε μαζί θα αλλάξει. Μείναμε μαζί, αλλά δεν άλλαξες καθόλου τελικά.
Δεν εξηγείται αλλιώς, μάλλον δεν έμαθες να είσαι δοτικός στη ζωή σου. Με σένα βέβαια ήσουν πολύ γενναιόδωρος και με προκλητικό ύφος κάθε φορά μου ανακοίνωνες τα δώρα που έκανες στον εαυτό σου, ενώ για μας δε πρόσφερες τίποτα. Αλλά φυσικά δε το παραδεχόσουν, όταν σου το έλεγα και κάπου εκεί ήταν που άρχισε η λεκτική και σωματική βία και άρχισε η παράνοιά μου.
Η χαριστική βολή ήταν όταν ανακάλυψα ότι είχα μείνει και έγκυος. Τότε άρχιζα να τρέμω στην ιδέα για το πώς θα αντιδράσεις και ποια θα είναι η πορεία μας. Όταν στο ανακοίνωσα, είχες μια ουδέτερη στάση απέναντί μου. Σου ήρθε μάλλον ξαφνικό. Κάπως προσπάθησες να αλλάξεις κατά την εγκυμοσύνη, αλλά μόλις γεννήθηκε το παιδί ξανά τα ίδια.
Δεν μπορούσα να καταλάβω την απάθειά σου κι όμως υπήρχε. Για τον κόσμο τον έξω όλα καλά, αλλά εγώ ένοιωθα εγκλωβισμένη σε ένα αόρατο κελί, απ’ όπου δε μπορούσα να δραπετεύσω. Φοβόμουν. Και αν φύγω, να πάω που; Τι να πω και ποιος θα με πιστέψει; Έκανα υπομονή, έπνιγα μέσα μου όσα περνούσα για χάρη του παιδιού.
Ώσπου ήρθε η μέρα, που πήρα μια βαθιά ανάσα και ύψωσα το ανάστημά μου. Μίλησα πρώτα σε σένα. Σου είπα ότι θέλω να χωρίσουμε και το δέχτηκες. Έτσι απλά. Τόσο αδιάφορα. Τελικά δεν ήσουν τσιγκούνης μόνο με τα λεφτά, αλλά και με τα συναισθήματά σου. Πήρα το παιδί μου και γύρισα πίσω στους γονείς μου, αδιαφορώντας για τις συνέπειες του κόσμου. Ευτυχώς οι γονείς μου κατάλαβαν τι περνούσα και με υποστήριξαν.
Κατάφερα και μίλησα κι έτσι τόλμησα να δραπετεύσω μακριά σου. Τώρα πια νιώθω ελεύθερη και επιτέλους αναπνέω.
Γράφει η Ιωάννα Ντρε – loveletters