Δήλος: Το ακατοίκητο νησάκι δίπλα στην Μύκονο που είναι γεμάτο αρχαίους θησαυρούς
Αν και βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Μύκονο, θα έλεγε κανείς ότι “ζει στη σκιά της”. Όλοι κάθε καλοκαίρι στρέφουν την προσοχή τους στο κοσμοπολίτικο νησί αγνοώντας την ύπαρξή της. Όμως η Δήλος δεν είναι ένα τυχαίο Ελληνικό νησί.
Θα μπορούσε κανείς να την χαρακτηρίσει ανοιχτό μουσείο και θα έχει δίκιο. Η Δήλος είναι το μοναδικό νησί σε ολόκληρο τον κόσμο που είναι γεμάτο αρχαίους θησαυρούς. Σε κανένα άλλο δεν φιλοξενούνται τόσα πολλά μνημεία αρχαϊκών, κλασικών και ελληνιστικών χρόνων και γι’ αυτό αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.
Κανείς δεν διανυκτερεύει στο ακατοίκητο νησί, με τους επισκέπτες να καταφθάνουν καθημερινά από τα γειτονικά νησιά για μια αξέχαστη και μαγική εμπειρία.
Αλλά η Δήλος δεν ήταν πάντα ακατοίκητη..
Δήλος: μια Ουτοπία που κάποτε υπήρξε
Υπολογίζεται ότι γύρω στο 90 π.Χ. στο μικρό αυτό νησί, που δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Μεσογείου, κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι, λέει ο αρχαιολόγος Π.Ι. Χατζηδάκης.
Από τις αναθηματικές επιγραφές και τα ταφικά μνημεία της Ρήνειας φαίνεται ότι εκτός από τους Αθηναίους και τους Ρωμαίους, που αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού, στη Δήλο κατοικούν άνθρωποι από την Πελοπόννησο, την Κεντρική και Δυτική Ελλάδα, τη Μακεδονία, τα νησιά του Αιγαίου, τη Θράκη και τον Εύξεινο Ποντο, την Ταυρική Χερσόνησο, την Τρωάδα, τη Μυσία, την Αιολίδα, την Ιωνία, τη Λυδία, την Καρία, τη Λυκία, τη Βιθυνία, την Παφλαγονία, τον Πόντο, την Καππαδοκία, την Πισιδία, την Παμφυλία, την Κιλικία, τη Συρία, τη Μηδία, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Κυρήνη, την Αραβία.
Όλοι αυτοί συνυπάρχουν ειρηνικά, υιοθετούν τον ελληνικό τρόπο ζωής, μιλούν και γράφουν ελληνικά, κατοικούν σε ελληνικά σπίτια, κτίζουν ιερά στα οποία λατρεύουν τους θεούς τους χωρίς κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα, εργάζονται και διασκεδάζουν μαζί, ενώ τα παιδιά τους φοιτούν στο ίδιο Γυμνάσιο, παίζουν και γυμνάζονται μαζί στις ίδιες παλαίστρες.
Οι Έλληνες ποτέ δεν είχαν τον φανατισμό των μονοθεϊστικών θρησκειών. Ήταν πάντα πρόθυμοι να δεχθούν ότι ο θεός που λάτρευε ο γείτονάς τους ήταν κι αυτός θεός, πολύ συχνά μάλιστα ένας από τους δικούς τους θεούς με άλλο όνομα. Ο Απόλλωνας, μετά από κάποιους αρχικούς δισταγμούς, δέχεται να μοιραστεί την γενέτειρά του με τον Σάραπι , την Ίσιδα, τον Αρποκράτη και τον Άνουβι, με τον Θεό του Ισραήλ και τους θεούς των Αράβων, με την Ατάργατη και τον Αδάδ, τους θεούς της Ασκαλώνος και της Ιάμνειας.
Έτσι για πρώτη ίσως φορά στην ανθρώπινη ιστορία σ’ αυτή τη μικρή γωνιά της γης συνυπάρχουν ειρηνικά όλοι σχεδόν οι λαοί της Μεσογείου. Τα πλοία που έφταναν διαρκώς στα λιμάνια της Δήλου δεν έφερναν μονάχα εμπορεύματα, αλλά και ανθρώπους και νέα και ιδέες από όλες σχεδόν τις παραλιακές πόλεις της Μεσογείου. Ο τότε κόσμος έμοιαζε να είναι μια μικρή γειτονιά γύρω από τη Μεσόγειο που τους ένωνε και μας ενώνει. Τη Μεσόγειο, όπου η μυστικιστική Ανατολή και η Δύση της δράσης και της προόδου συναντώνται με την Ελλάδα του λόγου, του μέτρου και της αρμονίας, το χώρο που ο νους κι η καρδιά συνυπάρχουν αρμονικά, όπου η αγάπη της ζωής και η υποταγή στο πεπρωμένο εξισορροπούνται.
Σύντομη ιστορία της Δήλου
Η Δήλος, μια βραχονησίδα, μόλις 5 χμ. μήκους και 1300 μ. πλάτους, ήταν στην αρχαιότητα Ιερό νησί, επειδή εδώ γεννήθηκε ο Απόλλωνας και η Άρτεμις, δύο από τους πιο σημαντικούς θεούς του Ελληνικού πανθέου. Βρίσκεται στην καρδιά του Αιγαίου, στο κέντρο των Κυκλάδων που σχηματίζουν κυκλικό χορό γύρω της – “εστία των νήσων” την ονομάζει ο Καλλίμαχος (3ος αι. π.Χ.), δηλαδή βωμό και κέντρο των νησιών.
Οι παλιότεροι κάτοικοι της Δήλου έκτισαν (γύρω στο 2.500 π.Χ.) τις ελλειψοειδείς καλύβες τους στην κορυφή του Κύνθου (113 μ. ύψος), από όπου, στις ταραγμένες και ανασφαλείς εκείνες εποχές, μπορούσαν εύκολα να εποπτεύουν και να ελέγχουν τη μικρή κοιλάδα και τη θάλασσα ολόγυρα. Οι Μυκηναίοι, που ήλθαν γύρω στα τέλη του 15ου αιώνα π.Χ., έχοντας ήδη εδραιώσει την κυριαρχία τους στο Αιγαίο, αισθάνθηκαν αρκετά ασφαλείς ώστε να εγκατασταθούν στην μικρή κοιλάδα πλάι στη θάλασσα. Το Απολλώνιο Ιερό, εδραιωμένο ήδη από τους Ομηρικούς χρόνους, έφθασε στη μεγαλύτερη ακμή του στη διάρκεια των αρχαϊκών (7ος-6ος αι. π.Χ.) και κλασικών (5ος-4ος αι. π.Χ.) χρόνων. Έλληνες απ’ όλο τον τότε ελληνικό κόσμο συγκεντρώνονταν στο νησί για να λατρέψουν τον θεό του φωτός Απόλλωνα και την δίδυμη αδελφή του Άρτεμη, θεά της Σελήνης.
Από το τέλος του 5ου αι. π.Χ., υπήρχαν ήδη λίγες κατοικίες και αγροικίες γύρω από το Ιερό. H πόλη, που σήμερα αντικρίζει ο επισκέπτης, αναπτύχθηκε μέσα σε λίγες δεκαετίες μετά το 166 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι, που ρύθμιζαν πλέον τις τύχες του Αιγαίου, κήρυξαν ατέλεια για το λιμάνι της Δήλου. Πλούσιοι έμποροι, τραπεζίτες και εφοπλιστές απ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο εγκαταστάθηκαν στο νησί προσελκύοντας ένα μεγάλο πλήθος οικοδόμων, τεχνιτών, γλυπτών και ψηφωτών, που έκτισαν γι’ αυτούς πολυτελείς κατοικίες, διακοσμημένες με τοιχογραφίες, ψηφιδωτά δάπεδα και αγάλματα. Το μικρό νησί πολύ σύντομα έγινε το maximum emporium totius orbis terrarum (Festus), δηλαδή το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της οικουμένης.
Υπολογίζεται ότι στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. σ’ αυτό το μικρό νησί, που δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Μεσογείου, κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι και ότι στα λιμάνια του ήταν δυνατόν να διακινηθούν κάθε χρόνο 750.000 τόνοι εμπορευμάτων.
Ο πλούτος που συγκεντρώθηκε στο νησί και οι φιλικές σχέσεις των Δηλίων με τη Ρώμη ήταν η κύρια αιτία της καταστροφής. Η Δήλος καταστράφηκε και λεηλατήθηκε δυο φορές: το 88 π.Χ. από τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, που ήταν σε πόλεμο με τους Ρωμαίους, και το 69 π.Χ. από τους πειρατές του Αθηνόδωρου, σύμμαχου του Μιθριδάτη. Από τότε το νησί έπεσε σε παρακμή και σταδιακά εγκαταλείφθηκε.
Οι ανασκαφές, που άρχισαν το 1872 και συνεχίζονται ακόμη, έχουν αποκαλύψει το Ιερό και ένα μεγάλο μέρος της κοσμοπολίτικης ελληνιστικής πόλης.
Αρχαιολογικός χώρος
Όταν ξεκινήσει ο ταξιδιώτης την περιήγηση του στον αρχαιολογικό χώρο θα δει μια λιθόστρωτη πλατεία περιτριγυρισμένη από ναούς, την λεγόμενη Αγορά των Κομπεταλιαστών του 2ου αιώνα π.Χ. Τα κτίρια που σώζονται νότια και ανατολικά της πλατείας φιλοξενούσαν εμπορικά καταστήματα, οι πιο πολλές όμως δραστηριότητες γίνονταν στον υπαίθριο χώρο. Οι περισσότεροι γνωρίζουν το νησί για τον περίφημο Δρόμο των Λεόντων.
Οι αυθεντικοί μαρμάρινοι λέοντες φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο
Ο δρόμος των Λεόντων με τα μαρμάρινα λιοντάρια του φτιάχτηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα, όταν οι κάτοικοι της Νάξου θέλησαν να ευχαριστήσουν τον θεό για κάποια ευεργεσία του. Σημειώνεται πως τα λιοντάρια που βλέπει κανείς σήμερα στην οδό των Λεόντων είναι απομιμήσεις των αυθεντικών, αφού οι μαρμάρινοι λέοντες φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο.
Δρόμος των Λεόντων
Από τα σπουδαιότερα αξιοθέατα του νησιού είναι και ο ναός της Ίσιδας, όπου στο εσωτερικό του βρίσκεται το άγαλμα της θεάς, προστάτιδας των ναυτικών. Ο ναός βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου Κύθνου που υψώνεται μέχρι 113 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Ο ναός οικοδομήθηκε στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. και επισκευάσθηκε από τους Αθηναίους το 135 π.Χ.
Ο ναός της Ίσιδας
Στον αρχαιολογικό χώρο της «ιέρειας των Κυκλάδων» βρίσκεται και το περίφημο ψηφιδωτό στην οικία του Διονύσου (2ος αιώνας π.Χ.). Πρόκειται για ένα μωσαϊκό που απεικονίζει τον θεό Διόνυσο με ανοιχτά φτερά, στεφανωμένο με κισσό.
Η διαδρομή που διασχίζουν οι επισκέπτες στις πολυτελείς οικίες –όπως την οικία του Διονύσου- μέχρι το αρχαίο θέατρο ονομάζεται Συνοικία Θεάτρου και εκεί βρίσκονται πολλοί από τους θησαυρούς του αρχαιολογικού χώρου του νησιού, όπως η οικία της Κλεοπάτρας και του Διοσκουρίδη (2ος αιώνας π.Χ.).
Οικία Διονύσου
Σχετικά με το αρχαίο θέατρο της Δήλου, η λίθινη κατασκευή φτιάχτηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. και μπορούσε να φιλοξενήσει μέχρι και 6.500 θεατές. Στο αρχαίο θέατρο διοργανώνονταν αγώνες στο πλαίσιο των Δηλίων, ενώ η ανασκαφή του μνημείου ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Παρόλο που μεγάλη ποσότητα μαρμάρου μεταφέρθηκε σε γειτονικά νησιά για να χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό, στο εσωτερικό και τον περιβάλλοντα χώρο του θεάτρου καταγράφηκαν 4.000 αρχιτεκτονικά μέλη συνολικού βάρους 30 τόνων.
Αρχαιολογικό Μουσείο Δήλου
Το αρχαιολογικό μουσείο της Δήλου χτίστηκε το 1904 και σήμερα διαθέτει συνολικά εννέα αίθουσες. Το αρχικό κτίριο περιελάμβανε πέντε δυτικές αίθουσες, στις οποίες προστέθηκαν αρκετές ακόμη το 1931, όπως και το 1972.
Στο μουσείο οι επισκέπτες μπορούν να δουν επιτύμβια αγάλματα και στήλες του 7ου – 1ου αιώνα π.Χ, δείγματα κεραμικής από την πρωτοκυκλαδική εποχή, αγγεία, ειδώλια, μικροαντικείμενα καθημερινής χρήσης, κοσμήματα και ψηφιδωτά του 2ου -1ου αιώνα π.Χ.